Οι συναντήσεις των ομάδων, που αυτή τη στιγμή αριθμούν εικοσι τρία μέλη, πραγματοποιούνται κάθε μήνα στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στη Λεμεσό.

31/12/10

Περί ηλεκτρονκού βιβλίου και πάλι


Σελίδες στην οθόνη ή σε χαρτί  (Το μέλλον της ανάγνωσης)

Συλλογή κειμένων

Αν ο τόμος είχε κυκλοφορήσει από κάποιον δίχως μεράκι για το βιβλίο, θα 'μουν δύσπιστος, μήπως κρύβει κίνηση κάποιου επιχειρηματία που ψαρεύει στα θολά νερά της «προόδου»... Των αγράμματων, πάλι, τεχνοκρατών οι αβασάνιστοι δογματισμοί πως «το χάρτινο βιβλίο πέθανε» κι οι προβλέψεις τους πως «θα σβήσει μπρος στο ηλεκτρονικό» μ' αφήνουν αδιάφορον όσο κι οι προφητείες του Νοστράδαμου. Ομως ο Γ. Δαρδανός, έχοντας ξεκινήσει μισόν αιώνα πίσω μαθητευόμενος στην «κάσα» και περνώντας απ' τη μονοτυπία στη λινοτυπία κι ύστερα στην όφσετ, και στον εκδοτικό χώρο κατόπιν, έχει αποδείξει με πλήθος καλαίσθητων εκδόσεων πως τη μυρουδιά του μελανιού στο φρεσκοτυπωμένο χαρτί, ή της χαρτόκολλας στη ράχη, την αγαπάει και με το παραπάνω... Κι αν καταπιάστηκε να συγκεντρώσει τις διαφορετικές κι αντιμαχόμενες ενίοτε απόψεις πάνω στην επίκαιρη διαμάχη ηλεκτρονικού και παραδοσιακού εντύπου δεν είν' ούτε από ψευτοπροοδευτισμό ούτ' από άγονο συντηρητισμό ή προσκόλληση στα παραδεδομένα...
Πενήντα κείμενα ερευνητών, δημοσιογράφων, εκπαιδευτικών, κοινωνιολόγων κ.ά., πρωτότυπα ή αναδημοσιεύσεις, παρέχουν ένα ισόρροπο πανόραμα του υπάρχοντος προβληματισμού, δίχως μάταιες υμνολογίες ή θρηνολογίες για τη μια ή την άλλη πλευρά, κι άλλοτε βιωματικά και συναισθηματικά φορτισμένα, άλλοτε ψυχρά επιστημονικά, βασισμένα σε στοιχεία και στατιστικά δεδομένα, πετυχαίνουν αυτό που συνήθως λείπει απ' τους συλλογικούς τόμους: τη Σύνθεση. Στην προκείμενη μάλιστα περίπτωση, όπου το ζήτημα εξετάζεται από παιδαγωγική, κοινωνιολογική, βιβλιοθηκονομική, επιχειρηματική - οικονομική, νομική όσο και από καθαρά τεχνική ου μην αλλά κι από βιβλιοφιλική άποψη, δύσκολο ένας συγγραφέας να κάλυπτε όλους τους τομείς, εκφράζοντας εξίσου ικανά θέση κι αντίθεση.
Μέσα απ' τις σελίδες του γκρεμίζονται κυριαρχούσες προπαγάνδες των οπαδών του ηλεκτρονικού βιβλίου, όπως, λ.χ., ότι συμβάλλει στην εξοικονόμηση χαρτιού (ενώ έχει αποδειχτεί με αριθμούς ότι ξοδεύεται π ε ρ ι σ σ ό τ ε ρ ο χαρτί!), ότι είναι τάχα πιο φτηνές κι άρα ελκυστικότερες για δημόσιες ή πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες (ενώ οι εκδότες πουλάνε μεν στη μισή τιμή τα πολυχρησιμοποιούμενα συγγράμματα, τα 'χουν όμως εφοδιάσει με ασφαλιστικές δικλίδες, ώστε να περιορίζεται η χρήση τους χρονικά, οπότε τα Ιδρύματα υποβάλλονται ξανά και ξανά στο έξοδο οιονεί «συνδρομής» για την εξασφάλιση συνεχών ανανεώσεων αντί μιας εφάπαξ καταβολής), ή ότι μια ηλεκτρονική έκδοση διαβάζεται δήθεν εξίσου άνετα με τα παραδοσιακά χάρτινα εγχειρίδια (ενώ έρευνες αποδεικνύουν ότι η ανάγνωση σε οιονδήποτε τύπο οθόνης δυσκολεύει ακόμα και τις νεότερες και πιο εξοικειωμένες γενιές, καθώς δεν υπάρχει δυνατότητα σημειώσεων πάνω στο κείμενο, φυλλομέτρησης ή απομνημόνευσης της υλικής ε ι κ ό ν α ς κάθε σελίδας) ή, τέλος, ότι το ηλεκτρονικό βιβλίο θα εκτοπίσει εμπορικά το παραδοσιακό (ενώ από πειραματικές πρακτικές του εκδοτικού οίκου του Πανεπιστημίου του Yale, που διαθέτει -δωρεάν κιόλας!- τις εκδόσεις του σε ηλεκτρονική μορφή, αποδείχτηκε πως διόλου δεν μειώθηκαν οι πωλήσεις των εντύπων)!
Απ' την άλλη, ποιος μπορεί στα σοβαρά ν' αμφισβητήσει την τρομερή ευκολία αναζήτησης κι ανεύρεσης σπανιότατων εκδόσεων του 1600 ή του 1700, αλλά και νεότερων εντελώς εξειδικευμένων, που 'ναι αμφίβολο αν υπάρχουν παραπάνω από 5 με 10 αντίτυπά τους παγκοσμίως, φυλαγμένα στα έγκατα μεγάλων Βιβλιοθηκών, μέσω ενός απλού πατήματος ενός κουμπιού στο Google; Κι όχι μόνο τα βρίσκει κανείς και παραπέμπει, μα κι αναπαράγει δυσεύρετα σχέδια, εικόνες, διαγράμματα και τα στέλνει σε άλλους ερευνητές ανά τον κόσμο, επανεδραιώνοντας στην ουσία την ισχύ της ελευθερίας στη διακίνηση ιδεών!... Φυσικά, εδώ ανοίγει άλλο μέγα ζήτημα, εκείνο της πνευματικής ιδιοκτησίας, όπου πια οι νομικοί έχουν τον λόγο, και χρήσιμο ως εκ τούτου και το σχετικό παράρτημα στο τέλος του τόμου με την πρόσφατη σχετική γαλλική νομοθεσία...
Πολλές ακόμα παράμετροι πρέπει να σταθμιστούν, ιδίως στα θέματα της Εκπαίδευσης, όπου η εισαγωγή του ηλεκτρονικού βοηθήματος από τα Δημοτικά κιόλας εμφανίζεται ως πανάκεια ή «από μηχανής θεός», λύτης των εκκρεμών προβλημάτων δεκαετιών. Προέχει δε να μελετηθεί αν όντως μπορούν να προσφέρουν αυτά που επαγγέλλονται τα ηλεκτρονικά μέσα ή μήπως δεν τα επαγγέλλονται παρά οι διαφημιστάδες τους μονάχα, που τα κουνάν μπρος στα θαμπωμένα μάτια αδαών, θηρεύοντας το κέρδος από τις πωλήσεις χιλιάδων καινούργιων μηχανών... Είναι δυνατόν, στα σοβαρά, η ηλεκτρονική διδασκαλία μ' έναν υπολογιστή συνδεδεμένο στο Διαδίκτυο, απ' όπου θα «κατεβαίνουν» πληροφορίες, ν' αντικαταστήσει τη γνώση απ' τον εμπνευσμένο δάσκαλο; Κι είν' οι «πληροφορίες» από μόνες τους «γνώση», όπως τόσοι και τόσοι ανάβαθα εξετάζοντας το πράγμα διατείνονται, ή μήπως π ρ ο ϋ π ό θ ε σ η απλά -και να δούμε!- για γνώση; Οπότε;...
Εκ του αντιστρόφου, κι ο πιο παθιασμένος βιβλιόφιλος, που πιάνει από τη μυρωδιά τη χώρα προέλευσης ενός παλιού βιβλίου και κατέχει τα μυστικά της καλλιτεχνικής βιβλιοδεσίας ή μαγεύεται απ' το αριστοτεχνικό χρύσωμα και τις χειροποίητες μαρμαρόκολλες, δεν θ' αρνηθεί πως συχνά θα προτιμούσε αντί να του πιάνουν χώρο στα ράφια δεκάδες χρηστικότατα μεν, δίχως όμως βιβλιοφιλική αξία βοηθήματα (λεξικά, εγχειρίδια, ευρετήρια, κώδικες κάθε λογής), να τα 'χε σ' ηλεκτρονική μορφή, να τα 'παιρνε μαζί στις μετακινήσεις του και να τα συμβουλευόταν ανά πάσα στιγμή... Κι αν δύσκολα θα 'βρισκες κάποιον ν' αντάλλαζε μια στιβαρή σειρά Αρχαίων της Λειψίας ή των «Belles Lettres» με μια δισκέτα του «Thesaurus Linguae Graecae» (όπου περιέχεται ολόκληρη η Κλασική Γραμματεία), εξίσου δύσκολα θα 'βρισκες μελετητή που δεν θα 'θελε να 'χει μια τέτοια δισκέτα στο εξοχικό του, στο ταξίδι ή ακόμα και μες στις ίδιες τις Βιβλιοθήκες, αντί ν' ανεβοκατεβαίνει σκάλες γυρεύοντας ένα ένα τα παραθέματα των συγγραφέων... Αρα;...
Κι όλ' αυτά, χωρίς να χάνει παράλληλα την ισχύ του κι ο αντίλογος των απανταχού εκτιμητών της αισθητικής του εντύπου, καίρια εκφραζόμενος με την ενάντια στο «πνεύμα της εποχής» διακήρυξη του τραγικού εκείνου Στεπάν Τροφίμοβιτς των «Δαιμονισμένων»: «...Δίχως επιστήμη η ανθρωπότητα θα μπορέσει να ζήσει, και δίχως ψωμί, μα δίχως ομορφιά είν' αδύνατο, γιατί τότε δεν θα μένει τίποτε πια να κάνουμε σ' αυτό τον κόσμο! Ολο το μυστικό είναι τούτο, όλ' η Ιστορία βρίσκεται 'δώ! Κι η επιστήμη ακόμα δεν θα πετύχει ούτε λεπτό να σταθεί στα πόδια της δίχως την ομορφιά... Αν γίνετε αναίσθητοι στο ωραίο, ούτε ένα καρφί δεν θα καταφέρετε να εφεύρετε!... Κι η ομορφιά που ενυπάρχει στο καλοσχεδιασμένο βιβλίο, με τα ιδιαίτερα τυπογραφικά στοιχεία, τη χαρακτηριστική διάταξη, το φίνο χαρτί, το ταιριαστό εξώφυλλο ή σκληρό κάλυμμα, διόλου κενός «αισθητισμός» δεν μπορεί να χαρακτηριστεί και ν' απορριφθεί έτσι μάνι μάνι! Κι όταν δεν πρόκειται για «ένα καρφί» μονάχα, παρά για την καθαυτό πνευματική διαμόρφωση των επερχόμενων γενεών, μήπως θα 'πρεπε να σκεφτόμαστε σοβαρότερα το πράγμα;...

Βιβλιοθήκη Ελευθεροτυπίας 30/12/2010

Hugo Hamilton "Οι στιγματισμένοι"


Στις 9 Δεκεμβρίου 2010 συζητήθηκε το βιβλίο του Hugo Hamilton "Οι στιγματισμένοι". Στα links που ακολουθούν παρατίθενται οι κριτικές για το βιβλίο από τις εφημερίδες Guardian και New York Times.

Εφημερίδα Guardian 25 Ιανουαρίου 2003

Εφημερίδα New York Times 8 Ιουνίου 2003

9/12/10

Αυθεντική ή δήθεν λογοτεχνία

Η κρίση στην Παιδεία και την Οικονομία πλήττει, όχι μόνο την αγορά, αλλά και τη συγγραφή του βιβλίου, αφού, χρόνια τώρα, δεν φροντίσαμε να διαλυθεί μια παρεξήγηση που κινδυνεύει να ριζώσει για τα καλά και η οποία καταργεί τη διάκριση αυθεντικής και δήθεν λογοτεχνίας. 

Γιατί, παράλληλα με μια πλαστή λογοτεχνία κατασκευασμένη στο γόνατο και επικερδής χάρη στην ένδειά της, εξακολουθεί και γράφεται μια απαιτητική λογοτεχνία με ιστορία πολλών αιώνων, που δεν διαβάστηκε και δεν χωνεύτηκε όσο θα έπρεπε.

Γι' αυτό φταίνε, ίσως, και οι λάτρεις της λογοτεχνίας, που δεν θεωρούν απαραίτητο να εξηγήσουν τι είδους ευχαρίστηση δοκιμάζουν διαβάζοντας αυθεντικά λογοτεχνικά έργα. Μπορεί να έχουν δίκιο: τα μεγάλα έργα κανείς δεν μπορεί να σου τα επιβάλει, τα ανακαλύπτεις, ψάχνοντας. Από την άλλη, ίσως κρίνουν αφ' υψηλού, με ματιά αλαζονική. Γιατί κανείς δεν βγαίνει να ψάξει, αν δεν υπάρξει κάποιο έναυσμα που να τον σπρώξει να εγκαταλείψει την πεπατημένη για το άγνωστο.

Το άγνωστο, φυσικά, δεν είναι στα βιβλία με τις γρήγορες θεαματικές πωλήσεις, που τα ξετινάζεις μέσα σε μία μέρα και που γι' αυτό δεν αντέχουν στον χρόνο, αλλά σ' εκείνα που δυσκολεύεσαι στην αρχή να ακολουθήσεις τον δρόμο που σου ανοίγουν. Τέτοια κείμενα που προς στιγμή μας ξεβολεύουν, για να μας οδηγήσουν σιγά σιγά σ' έναν τόπο άγνωστο για μας, μέχρι τότε· μας δημιουργούν την όρεξη για πράγματα ουσίας, διευρύνουν τον νοητικό μας ορίζοντα, κάτι γίνεται και αρχίζουν να ζωντανεύουν πολύτιμα κέντρα του εγκεφάλου που η καθημερινή λογιστική τα έσυρε στην κατατονία.

Αντιθέτως, τα λογοτεχνικά κατασκευάσματα που καταναλώνονται μόλις κυκλοφορήσουν, δεν είναι τόσο αθώα όσο νομίζαμε, γιατί βοηθούν τη μαζική κουλτούρα να εισβάλει στην κουλτούρα που διαχρονικά δημιουργεί ένας λαός για να πάρει τη θέση της, με αποτέλεσμα να συνεργούν στην αλλοτρίωση και στη χειραγώγησή του.

Εν μέσω κρίσης, λοιπόν, που ενδέχεται να αναγκάσει τους εκδότες να ενδιαφερθούν ακόμη περισσότερο για την ευπώλητη, πλην, όμως, δήθεν λογοτεχνία, δεν θα έβλαπτε να γράφονταν έστω και λίγες γραμμές για γνήσια έργα της ποίησης και της πεζογραφίας, που εξακολουθούν να κυκλοφορούν στο εμπόριο και που όταν εξαντληθούν, κινδυνεύουν να μην επανεκδοθούν. Γιατί καθώς το γλωσσικό αισθητήριο ατονεί συνεχώς, με τον κίνδυνο να εκλείψει, ενδέχεται, μέσα στην τόση ευπώλητη σαβούρα, η επανέκδοση έργων της τέχνης του λόγου να κριθεί απολύτως ασύμφορη. Το αμέσως επόμενο βήμα σ' αυτή την πτωτική πορεία των αξιώσεών μας θα ήταν να κριθεί ασύμφορη και η λειτουργία των δημόσιων βιβλιοθηκών.

Σε μια τόσο δυσοίωνη προοπτική ενδέχεται το κοινό που διάβαζε με ευχαρίστηση, πριν από χρόνια, κείμενα του Κόντογλου ή του Θράσου Καστανάκη, ή μυθιστορήματα, όπως λ.χ. τη Διασπορά ή το Πλατύ ποτάμι του Μπεράτη, του Μαξ Φρις Το όνομά μου ας είναι Γκαντενμπάιν ή το Ηφαίστειο του Μάλκολμ Λόουρυ, σήμερα, και πολύ περισσότερο αύριο, να μην τα αγοράσει ούτε να τα διαβάσει, ακόμη κι αν τυχαία ξετρυπώσει, από κάποιο ράφι βιβλιοπωλείου, την επανέκδοσή τους Δεν είναι που άλλαξαν οι καιροί και τα γούστα. Είναι που υποβαθμίστηκαν τόσο πολύ η έννοια του κριτηρίου και το αίσθημα του ωραίου μέσα στον σημερινό τεχνοκρατούμενο κόσμο, που κατά πάσα πιθανότητα μόνον αθλιότητες θα μπορούμε πλέον να λέμε, να ακούμε, να κάνουμε ή να παθαίνουμε.

Αν πρέπει, επομένως, να αναρωτηθούμε για το τι μεσολαβεί και η αυθεντική λογοτεχνία κινδυνεύει να γίνει κι αυτή είδος υπό εξαφάνιση, θα πρέπει, εκτός των άλλων, να συμπεριλάβουμε στον κατάλογο των αιτίων και τον ρόλο που παίζει η δήθεν λογοτεχνία εκούσα-άκουσα στη χειραγώγηση του αναγνωστικού κοινού και της κοινωνίας ευρύτερα. Οι νεότεροι λ.χ. αναγνώστες, ενώ συνεχίζουν κι αυτοί να διαβάζουν, δεν ξέρουν πια τι είναι καλό να διαβάσουν, μαθημένοι στις ευκολίες της μαζικής κουλτούρας που χωνεύει αδιακρίτως τα πάντα. Το πνεύμα της μαζικότητάς της τη μόνη αριστοκρατία που μπόρεσε και εξαφάνισε είναι αυτή των ελεύθερων πνευμάτων, πράγμα που τείνει να καταστρέψει όλα όσα μεσολαβούν για την διάπλαση ήθους και γούστου.

Γιατί, κρίνοντας την ποιότητα με κριτήριο την εμπορικότητα, η μαζική κουλτούρα μετατρέπει τους αναγνώστες σε θύματά της. Αντί να ενισχύσει την κρίση τους, καταπατά την κριτική δύναμή τους, ώστε να μην μπορούν να διακρίνουν το αυθεντικό από το ψεύτικο, το ουσιαστικό από το ανούσιο, το ευτελές από το άξιο λόγου, ούτως ή άλλως δυσδιάκριτα χάρη στις υψηλές επιδόσεις της τεχνικής.

Με τα κατασκευάσματα που προσποιούνται τις λογοτεχνικές δημιουργίες, θα νόμιζε κανείς ότι συμβαίνει ό,τι και με τις ψεύτικες τσάντες που προσποιούνται τις ακριβές· διαβάζοντάς τα, ο αναγνώστης γλιτώνει κόπο, όπως και ο καταναλωτής αγοράζοντας τες γλιτώνει χρήματα. Οτι το χρήμα είναι το κατ' εξοχήν τέχνημα αποφυγής του κόπου και του χρόνου που απαιτούν όλα τα δύσκολα εγχειρήματα, των καλλιτεχνικών μη εξαιρουμένων, είναι πια σ' όλους γνωστό. Γλιτώνοντας κόπο και χρόνο, γλιτώνουμε, σωματική και ψυχική καταπόνηση και μαζί όλα εκείνα τα πολύτιμα που δύσκολα κτώνται, συμπεριλαμβανομένης της παιδείας, της αισθητικής απόλαυσης, της ευαισθησίας.

Με αυτήν τη διάθεση, είτε εκδίδουμε πλοκές που βοηθούν τους αναγνώστες να σκοτώσουν απλώς και μόνον την ώρα τους είτε τους λέμε παραμύθια που διεγείρουν τη νάρκη τους· και στις δύο περιπτώσεις, τους οδηγούμε στην αποβλάκωση που προκαλεί ανασφάλεια. Μύρια όσα κακά έπονται. Γιατί θέλει πολύ χρόνο για να γίνεις νοήμων και ευαίσθητος. Και μόνον το ένα δέκατο, ίσως, και λιγότερο αυτού του χρόνου αρκεί για να γίνει κανείς απαθής και ανόητος.

Θα μπορούσε, βέβαια, να αντιτείνει κανείς ότι δεν είναι τόσο εύκολο να ξεχωρίσουμε το αληθινό από το ψεύτικο ακόμη και στον ίδιο τον εαυτό μας, αφού οι ίδιοι άνθρωποι ζούμε στιγμές αληθινές και άλλες, ψεύτικες. Εδώ μπορεί να θυμίσει κανείς ότι, αντίθετα με την ύπαρξη μας που τη σέρνουμε ή την πλάθουμε έως την τελευταία στιγμή, μέσα σε ωραίες και άθλιες καταστάσεις, για τη δημιουργία ενός έργου λογοτεχνίας την αποκλειστική ευθύνη την έχει ο δημιουργός του, και πως το έργο, κόντρα στις δικές μας φενάκες, ολοκληρώνεται, δεν διορθώνεται , δεν ξεγίνεται και δεν ξαναγίνεται.

ΥΓ.: Αφορμή να σκεφτώ την ανάγκη να γράφονται μικρά σημειώματα για μεγάλα έργα της λογοτεχνίας στάθηκε άρθρο που υποστήριζε πόσο κακός συγγραφέας υπήρξε ο Βικτόρ Ουγκό. Διαβάζοντάς το, απόρησα πώς είναι δυνατόν τα τόσα αισθήματα που προκάλεσε αυτό το θρυλικό βιβλίο σε τόσες γενιές αναγνωστών, και τις τόσο θετικές κριτικές που αφιέρωσαν στον Ουγκό μεγάλοι δημιουργοί, από τον Μποντλέρ, τον Βαλερί, κ.ά., ο συγγραφέας του άρθρου να τα αντιπαρέρχεται τόσο εύκολα;

Αλεξάνδρα Δεληγιώργη
Βιβλιοθήκη (Ελευθεροτυπία) 4 Δεκεμβρίου 2010

4/12/10

Συνέντευξη με τον Οχράν Παμούκ

Στο βίντεο που ακολουθεί ο Ανταίος Χρυσοστομίδης και η Μικέλα Χαρτουλάρη στα πλαίσια της εκπομπής "Οι κεραίες της εποχής μας" ταξιδεύουν στην Τουρκία και συνομιλούν με τον νομπελίστα συγγραφέα Οχράν Παμούκ.

Συνέντευξη με τον Οχράν Παμούκ

Το έργο του Οχράν Παμούκ θα συζητηθεί ανάμεσα σε άλλα στην εκδήλωση "Οι Γείτονές μας αυτοί οι Άγνωστοι" που θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου στις 7.30μμ στον Τεχνοχώρο της ΕΘΑΛ στη Λεμεσό.

3/12/10

Νταβίντ Γκρόσμαν: Ο θρήνος έγινε αγώνας και γραφή για την ειρήνη

 
Στις αρχές του 2004, λίγες ημέρες μετά τα πεντηκοστά του γενέθλια, ο κορυφαίος ισραηλινός πεζογράφος Νταβίντ Γκρόσμαν ξεκίνησε ένα οδοιπορικό 30 ημερών κατά μήκος του Ισραήλ. Περπάτησε από τα σύνορα με τον Λίβανο ως το σπίτι του στα προάστια της Ιερουσαλήμ. Εγραφε ένα μυθιστόρημα με ηρωίδα την Ορα, μητέρα ενός στρατιώτη ο οποίος συμμετέχει εθελοντικά σε επιχείρηση κατά των Παλαιστινίων στο ξεκίνημα της δεύτερης Ιντιφάντα. Η Ορα, βασανισμένη από κακά προαισθήματα, ξεκινάει από το σπίτι της στην Ιερουσαλήμ για ένα οδοιπορικό ως τη Γαλιλαία παρέα με τον πρώην εραστή της, με τη βαθιά, ανεξήγητη πεποίθηση πως, αν κανείς δεν τη βρει για να της πει «κακά μαντάτα» για τον θάνατο του γιου της, τότε εκείνος θα παρέμενε ασφαλής.

Ο Γκρόσμαν περπατούσε περίπου 15 χιλιόμετρα την ημέρα ακολουθώντας τη φανταστική πορεία της Ορα. Και ο δικός του γιος, ο δευτερότοκος Γιούρι, παρουσιαζόταν εκείνες τις ημέρες στον στρατό, ενώ ο μεγαλύτερος, ο Γιόναθαν , σύντομα θα απολυόταν. Ο πατέρας χρησιμοποίησε τη γραφή όπως η Ορα τη φυγή: σαν φυλαχτό που θα κρατούσε το κακό μακριά από τα παιδιά του.

Το μυθιστόρημα είχε σχεδόν ολοκληρωθεί όταν, τον Ιούλιο του 2006, ξέσπασε ο πόλεμος με τη Χεζμπολάχ. Ο Γκρόσμαν, αν και διάσημος για τις αντιπολεμικές πεποιθήσεις του, υποστήριξε αρχικά τη στρατιωτική δράση πιστεύοντας πως η πατρίδα του είχε δικαίωμα να προστατεύσει τους πολίτες και τους στρατιώτες της. Καθώς όμως ο αριθμός των νεκρών λιβανέζων αμάχων πολλαπλασιαζόταν, ζήτησε δημοσίως την άμεση κατάπαυση του πυρός.

«Δεν διαθέτω την πολυτέλεια της απόγνωσης»
«Η επιστροφή στο μυθιστόρημα μετά τον θάνατο του γιου μου» εξηγεί ο Γκρόσμαν «ήταν ένα σταθερό σημείο στη ζωή μου. Αισθανόμουν σαν κάποιος που είχε βιώσει έναν σεισμό, που το σπίτι του είχε καταρρεύσει και προσπαθούσε να το ξαναχτίσει τοποθετώντας το ένα τούβλο πάνω από το άλλο. Γράφοντας μια πρόταση, εμφυσώντας ζωή σε χαρακτήρες και καταστάσεις, ένιωθα ότι ξανάχτιζα το σπίτι μου. Ηταν ένας τρόπος να αντιμετωπίσω το βάρος του πένθους». Πώς αισθάνεται για τη σημερινή κατάσταση στη Μέση Ανατολή; Υπάρχει ελπίδα να ζήσουν ειρηνικά Παλαιστίνιοι και Ισραηλινοί; «Κανείς δεν πρέπει να ενδίδει στην αρχέγονη επιθυμία για εκδίκηση» απαντά. «Δεν βλέπω καλύτερη λύση από τη δημιουργία δύο κρατών. Σήμερα είμαι περισσότερο θλιμμένος, ίσως και απελπισμένος, αλλά όχι με τρόπο που να με αδρανοποιεί. Ισως δεν διαθέτω πια την πολυτέλεια της απόγνωσης».

Στις 14 Αυγούστου σταμάτησαν οι εχθροπραξίες. Ηταν αργά. Στις 12 Αυγούστου ο συγγραφέας πληροφορήθηκε την τραγική είδηση: ο Γιούρι σκοτώθηκε όταν το άρμα μάχης του χτυπήθηκε από ρουκέτα στον Νότιο Λίβανο- δύο εβδομάδες πριν από τα 21α του γενέθλια, τρεις μήνες προτού απολυθεί.

«Το πένθος» είπε ο Γκρόσμαν σε πρόσφατη συνέντευξή του «είναι σαν εξορία. Εξορίζεσαι από όλα όσα γνωρίζεις. Δεν μπορείς πια να θεωρείς τίποτε δεδομένο». Ετσι, λίγες ημέρες μετά την κηδεία, αναζήτησε παρηγοριά στη συγγραφή.

«Ξεκίνησα να γράφω για μία ώρα. Την επόμενη ημέρα προσέθεσα δέκα λεπτά, τη μεθεπόμενη ακόμη δέκα. Ηταν δύσκολο. Πήγαινα κατευθείαν στο μέρος που φοβόμουν πιο πολύ. Αλλά, από την άλλη, ήταν το μοναδικό μέρος που μπορούσα να πάω» είπε.

Το αποτέλεσμα, το πολυσέλιδο βιβλίο «Τo the end of the land» («Μέχρι το τέλος της γης»), κυκλοφόρησε στο Ισραήλ το 2008, ενώ εφέτος μεταφράστηκε στα αγγλικά. Η κριτική έσπευσε να το χαρακτηρίσει το συγκλονιστικότερο κείμενό του.

ΝΤΑΒΙΝΤ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΓΟΛΙΑΘ
Ο Νταβίντ Γκρόσμαν γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ το 1954. Η μητέρα του γεννήθηκε στην Παλαιστίνη και ο πατέρας του στην Πολωνία.Ο Γκρόσμαν έχει γράψει επτά μυθιστορήματα,παιδικά βιβλία και δοκίμια,όπου συχνά ρίχνει φως στις σκληρές συνθήκες ζωής των Παλαιστινίων της Δυτικής Οχθης και ασκεί έντονη κριτική στην πολιτική του Ισραήλ. Σοκαρισμένος από τη φονική επιδρομή των κομάντος κατά του διεθνούς στολίσκου που μετέφερε ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα τον περασμένο Μάιο,ο Γκρόσμαν έκανε λόγο για«παρακμή του ισραηλινού κράτους»και προέβλεψε ότι«θα ξεκινήσει ένας νέος κύκλος εκδίκησης και μίσους με απρόβλεπτες συνέπειες».Πρόσφατα η Ομοσπονδία Γερμανών Εκδοτών τον τίμησε για τους μακροχρόνιους αγώνες του για να λυθεί ειρηνικά το Παλαιστινιακό. ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Απόσπασμα από το νέο μυθιστόρημα του Νταβίντ Γκρόσμαν. Θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά στις αρχές του 2011 από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Γιατί κλαίει η αόρατη αράβισσα νοσοκόμα;
(...) Η Ορα ρώτησε, δηλαδή θα γίνει όντως πόλεμος; Και εκείνος απάντησε, τρελάθηκες; Εχει ήδη αρχίσει, εδώ και δυο μέρες τουλάχιστον. Κι εκείνη εμβρόντητη, πότε άρχισε; Προχθές, νομίζω, και μάλιστα σ΄ το είχα πει χθες ή προχθές, δεν θυμάμαι πότε, μπερδεύω τις μέρες. Κι εκείνη σαστισμένη, έκπληκτη, σωστά, μου το είχες πει... Και κομμάτια από όνειρα παράξενα και τρομαχτικά της ήρθαν στον νου. Ολη την ώρα ακούγονται σειρήνες και πυροβολισμοί, κι άκουσα ελικόπτερα να προσγειώνονται, σίγουρα θα υπάρχουν ήδη ένα εκατομμύριο τραυματίες και σκοτωμένοι.

Τι συμβαίνει όμως στον πόλεμο; ρώτησε, κι εκείνος είπε, ούτε ξέρω, ούτε υπάρχει κανένας που θα μπορούσαμε να τον ρωτήσουμε εδώ, δεν έχουν μυαλό για μας και η Ορα ρώτησε, και η αδελφή Βίκυ; Πού είναι; Κι εκείνος δίστασε, μπορεί να έφυγε όταν άρχισε ο πόλεμος, σίγουρα θα θέλει να περιποιείται αληθινούς τραυματίες, και η Ορα συνέχισε τις ερωτήσεις, τότε ποιος φροντίζει εμάς; Κι εκείνος, τώρα είναι μόνο αυτή, η κοντή κι αδύνατη Αράβισσα, που κλαίει, την έχεις ακούσει;

Και η Ορα εξεπλάγη, άνθρωπος είναι αυτό που κλαίει; Νόμιζα πως ήταν κάποιο ζώο που έσκουζε, είσαι βέβαιος; Κι εκείνος είπε, είναι άνθρωπος, σίγουρα. Και η Ορα είπε, πώς και δεν την έχω δει; Κι εκείνος, έτσι είναι, έρχεται και φεύγει, παίρνει τις εξετάσεις, σου βάζει τα φάρμακα και το φαγητό στον δίσκο, και μόνο αυτή βρίσκεται τώρα εδώ, μέρα-νύχτα.

Βύζαξε τα μάγουλά του και παρατήρησε, αστείο δεν είναι που μας άφησαν εδώ πέρα μόνους με μια Αράβισσα; Σίγουρα δεν επιτρέπουν σε Αραβες να περιποιούνται τους τραυματίες. Και η Ορα δεν έχει ησυχία, και γιατί κλαίει; Τι της συμβαίνει; Κι εκείνος, και πού να ξέρω εγώ; Κι εκείνη, δεν τη ρώτησες; Κι εκείνος, έρχεται πάντα όταν κοιμάμαι. Από τότε που άρχισε ο πόλεμος δεν την έχω δει (...).


Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=359659&ct=2&dt=10/10/2010#ixzz173UubXu6
Εφημερίδα Το Βήμα 10 Οκτωβριου 2010
Το έργο του Νταβίντ Γκρόσμαν θα συζητηθεί ανάμεσα σε άλλα στην εκδήλωση "Οι γείτονές μας αυτοί οι άγνωστοι" που θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου στις 7.30 στον Τεχνοχώρο της ΕΘΑΛ με τη στήριξη των λεσχών ανάγνωσης "Βιβλιοτρόπιο" και "Διά-Λογος".