Οι συναντήσεις των ομάδων, που αυτή τη στιγμή αριθμούν εικοσι τρία μέλη, πραγματοποιούνται κάθε μήνα στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στη Λεμεσό.

17/7/15

Κωδικός πρόσβασης: Λάσλο Κρασναχορκάι




Του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη

Έτσι πάει ο κόσμος, so it goes, έλεγε ξανά και ξανά ο Billy Pilgrim σ᾽ εκείνο το μυθιστόρημα του μακελειού και της παραφροσύνης.

Κάτι σπάει μέσα μου, λέει, ψελλίζει, ουρλιάζει, διαλαλεί ο ταπεινός αρχειοφύλακας Γκιόργκι Κόριμ, που έχει φορτωθεί, από μόνος του, το συντριπτικό καθήκον να αντιληφθεί τι σημαίνει αυτό το so it goes, πού πηγαίνει, αν όντως συνειδητά πηγαίνει κάπου η ανθρωπότητα, ο κόσμος, τι σημαίνει ομορφιά, αν σημαίνει πράγματι κάτι, και τι ασχήμια, ποιοι κινούν τα νήματα στην καθημερινή μας ζωή και ποιοι γράφουν ιστορία, ακόμα και τι μπορεί σήμερα να σημαίνει Ιστορία, ύστερα από τόσους και τόσους κατακερματισμούς του Νοήματος, ύστερα από τόσους και τόσους κατατεμαχισμούς της Σημασίας. Αναρωτιέται ο ταπεινός μας αρχειοφύλακας Γκιόργκι Κόριμ, αυτός ο πιο αυθεντικός απόγονος του πρίγκιπα Λέοντος Μίσκιν, πώς άραγε ηχεί ο βρόντος και πώς ο λυγμός για τους οποίους μιλούσε/προειδοποιούσε/αποφαινόταν ο T. S. Eliot: This is the way the world ends/ This is the way the world ends/ This is the way the world ends/ Not with a bang but a whimper.

Βαρύ καθήκον, ασήκωτο, αλλά και για γέλια, καθότι κάθε τι το ακατόρθωτο σε κάνει να θες με τα γέλια ν᾽ ανακουφιστείς από το ζόρι και το άχθος το πολύ, το ασήκωτο. Και ο Κόριμ γελάει και μας καλεί να γελάσουμε κι εμείς, και μέσα από τα γέλια να εξοικειωθούμε με την ανείπωτη και μαύρη/πίσσα/κατράμι τραγικότητά μας. Τα μπλουζ της χαρμολύπης, έλεγε ο άλλος. Τα μπλουζ πριν απ᾽ το τέλος του κόσμου, αυτά μας τραγουδάει με τη βραχνάδα στο βλέμμα και τις ρυτίδες στην ψυχή, ο μέγας Ούγγρος postbeatnik μεταφιλόσοφος László Krasznahorkai/Λάσλο Κρασναχορκάι (Gyula, Ουγγαρία, 1954) στο μεταμυθιστόρημα/μεγαμυθιστόρημα Πόλεμος και πόλεμος, που μετέφρασε αριστοτεχνικά (επιμένω στο αριστοτεχνικά, καθότι πρόκειται ουσιαστικά για ένα μεταφιλοσοφικό μεταποίημα) η λίαν πεπειραμένη και πεπαιδευμένη Ιωάννα Αβραμίδου, και εξέδωσε με περισσή κομψότητα ο Νίκος Γκιώνης του οίκου Πόλις.

Θύρα Εξόδου, ουδεμία

Το στόρυ, η πλοκή, είναι πρόσχημα, είναι ο καμβάς, ο κιλλίβαντας που φέρει το βαρύ πυροβόλο της οντολογίας αυτού του δαιμόνιου δουλευτή των λέξεων, του Λάσλο Κρασναχορκάι: ένας αρχειοφύλακας βρίσκει ένα χειρόγραφο που μιλάει με τρόπο μαγικό για το τι το ον και τι ο κόσμος. Δέκα κλεισίματα ματιού στον Ουμπέρτο Έκο κι άλλα δέκα στον Χόρχε Λούις Μπόρχες. Και μετά, βία και ακατανοησία και ασθματικές φράσεις και έλικες λόγου και σπείρες σπαραγμών. Απανωτά νεύματα αναγνώρισης και ευγνωμοσύνης στον Τζακ Κέρουακ και στον Άλλεν Γκίνσμπεργκ, στον Σάμιουελ Μπέκετ και στον Τόμας Μπέρνχαρντ — μάλιστα, ο Λάσλο έγραψε το μυθιστόρημά του στην κουζίνα του μπητνίκου Γκίνσμπεργκ (υπέροχη συνήθεια των happy few μιας αλλοτινής εποχής: να γράφουν σε κουζίνες!). Βέβαια, η φαντασία του Λάσλο είναι πλούσια, οργιώδης. Αλλά δεν είναι παρά μόνον η βάση, είπαμε: ο κιλλίβαντας.


Τέσσερις αλλόκοτοι τύποι με αλλόκοτα ονόματα (Κάσερ, Φάλκε, Μπενγκάτζα, Τοότ), καλοί κι ευπροσήγοροι, ξεβρασμένοι στην αυγή της Ιστορίας, σ᾽ έναν μυχό της Κρήτης, κι ένας αλλόκοτος τύπος, με επίσης αλλόκοτο όνομα (Μάστεμαν), διασχίζουν μαζί τους αιώνες, σαν τον Συδρολίνο, τον ήρωα στα Γαλάζια Άνθη του Raymond Queneau (μτφρ. Σεσίλ Ιγγλέση-Μαργέλλου), και μας παρουσιάζουν, σαν σε καλειδοσκόπιο, τι μπόρεσε να επινοήσει ο άνθρωπος για να ζήσει, να ξεγελάσει τους φόβους του, να εκθειάσει το Υψηλό, να εξουσιάσει και να συνθλίψει, να τρελάνει και να λυτρώσει. Περιπέτεια και περιπέτεια, με το συμπέρασμα να είναι αδυσώπητο: Πόλεμος και πόλεμος: «…δεν είχαν πια Θύρα Εξόδου, δεν υπήρχε παρά πόλεμος και πόλεμος, παντού, ακόμα και μέσα του, και τώρα που έφτασε στο τέλος […] το κεφάλι του ήταν άδειο, τον πονούσε, ήταν πολύ βαρύ, θα ξεκολλούσε από τον λαιμό του, πονούσε…» (σ. 272). Και: «Άνοιξε το αρχείο, έγραψε τον τίτλο του κειμένου, Πόλεμος και Πόλεμος, τίτλος με τον οποίο αποθήκευσε το αρχείο, στη συνέχεια το έσωσε, επαλήθευσε πώς είχε αποθηκευτεί καλά…» (σ. 285). Και: «… όταν είχε ανοίξει τον υπολογιστή του και είχε δακτυλογραφήσει τον τίτλο Πόλεμος και Πόλεμος στο Alta Vista» (σ. 334).


Σαν άλλος, μετανεωτερικός «Πιερ Μενάρ», ο Γκιόργκι Κόριμ δεν ξαναγράφει τον περιλάλητο Δον Κιχώτη του Θερβάντες, το βιβλίο που εγκαινιάζει το σύγχρονο μυθιστόρημα, αλλά το άνευ τίτλου έγγραφο IV.3/10/1941-42 κάποιου μέλους κάποιας οικογενείας Βλάσιχ, έγγραφο που ανακάλυψε μες στη μουντή πλήξη της αρχειοθέτησης. Και ανακαλύπτει, ξαναγράφοντας, ίσως απλώς αντιγράφοντας, ενδεχομένως και φαντασιωνόμενος τα πάντα μέσα σε ένα πυρετικό παραλήρημα, ότι δεν έχουμε άλλο καταφύγιο εξόν από την Τέχνη, την Ποίηση, την Ευγένεια, την Ευαισθησία, δεν έχουμε άλλη διαφυγή πέρα από τη δημιουργικότητα, δεν έχουμε σωσμό αν χάσουμε την αίσθηση του χρόνου, αν χαθούμε σε ένα λοβοτομημένο αχανές παρόν.

Διάκονος της Διαλεκτικής

Η διαλεκτική του χρόνου, η αγωνία να υπάρξει το παρελθόν για να μπορεί να υπάρχει το παρόν, και να μπορούμε να υπάρχουμε στο παρόν, καθώς και να μπορέσει να υπάρξει το μέλλον, και να μπορέσουμε να υπάρξουμε στο μέλλον. Να τι μας λέει ο Λάσλο μέσα από την επίτηδες ακατάσχετη φλυαρία του Κόριμ. Ο άνθρωπος είναι προϊόν του χρόνου, αφέντης και δεσμώτης του χρόνου, ένας Ναυτίλος στον ωκεανό της αιωνιότητας. Σήματα και σημάδια, τα έργα τέχνης, η πυραμίδα, ο καθεδρικός ναός, και τώρα ένα συμβολικά ταπεινό ιγκλού του Mario Merz/Μάριο Μερτς (1925-2003), μια φωλιά για τα στοιχειώδη, ένας θολός θόλος θάλπους, το απόλυτο καταφύγιο (βλ. κεντρική εικόνα), εκεί που τελειώνουν τα πάντα για να ξαναρχίσουν.

Διάκονος της διαλεκτικής, ο Λάσλο Κρασναχορκάι, γίνεται ο κρυφός συνομιλητής του Guy Debord (1931-1994) στο πεδίο της λογοτεχνίας — όπως άλλωστε και οι Thomas Pynchon και Roberto Bolaño. Συνομιλεί, και οφείλω να υποσχεθώ την εκπόνηση εκτενούς κειμένου με αυτό το θέμα, ιδίως με το έργο Commentaires sur la société du spectacle (εκδ. Gérard Lebovici, 1988).

Διάκονος της διαλεκτικής, ο Λάσλο συνομιλεί με τους φίλους του, τον σκηνοθέτη Béla Tarr/Μπέλα Ταρρ (Πετς, 1955) και τον μουσικό Mihály Víg/ Μιχάλι Βιγκ (Βουδαπέστη, 1957), που τους βάζει να κάνουν περάσματα cameo από το έργο του, όπως κι εκείνοι βάζουν αυτόν να περνάει από το δικό τους. Ο Βιγκ με το συγκρότημα Balaton παίζουν μουσική στις σελίδες 43 έως 47, ενώ η μορφή του Ταρρ απλώνει τη μεγάλη της σκιά στη μορφολογική επεξεργασία και δομή του Πόλεμος και πόλεμος: οχτώ κεφάλαια/σεκάνς αποτελούμενα από παραγράφους/μονοπλάνα, 40 στο πρώτο κεφάλαιο, 28 στο δεύτερο, 21 στο τρίτο, 13 στο τέταρτο, 13 στο πέμπτο, 29 στο έκτο, 15 στο έβδομο, 8 στο όγδοο.



ΥΓ1. Η μεταφράση της Αβραμίδου είναι επίτευγμα. Ο Λάσλο, επηρεασμένος τόσο από τον Thomas Bernhard όσο και από τον Allen Ginsberg, φτιάχνει/κατασκευάζει πελώριες παραγράφους που (πρέπει να) διαβάζονταια αβίαστα, με μιαν ανάσα. Κάθε του παράγραφος/μονοπλάνο είναι ποίηση, ρέουσα και ζείδωρη, και έτσι διαβάζεται, σαν βραχνός ψαλμός. Επίσης, το Πόλεμος και πόλεμος είναι κατακλυσμένο από πραγματολογικά που αποτελούν τους αρμούς του οικοδομήματος. Η Αβραμίδου δεν λαθεύει πουθενά, ούτε στην απόδοση της ροής ούτε στα πραγματολογικά.

ΥΓ2. Οφείλουμε πολλά στον Βασίλη Κωνσταντόπουλο, ακάματο τελάλη του συγκλονιστικού διδύμου Ταρρ και Λάσλο.

* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ-ΙΚΑΡΟΣ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής.


Πηγή: http://www.bookpress.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου