Η γραφή των γυναικών δεν είναι πάντα χρώματος ροζ. Η σύγχυση της γυναικείας πεζογραφίας με τη ροζ λογοτεχνία διαστρεβλώνει την εικόνα της πρόσφατης εκδοτικής παραγωγής στη χώρα μας, απαλείφει σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε γυναίκες συγγραφείς, και ενισχύει τις αντιλήψεις περί θηλυκότητας που προάγει η ροζ λογοτεχνία.
Ο όρος «ροζ λογοτεχνία» (pink lit) χρησιμοποιείται κυρίως στις αγγλόφωνες χώρες για μυθιστορήματα που εστιάζουν σε θέματα ερωτικών σχέσεων αναπαράγοντας ρομαντικά στερεότυπα, απευθυνόμενα στο "συναίσθημα" του αναγνωστικού τους κοινού, το οποίο είναι κατεξοχήν γένους θηλυκού. Η θεαματική αύξηση πωλήσεων αυτών των βιβλίων καθιστά τη ροζ λογοτεχνία ένα φαινόμενο που χρήζει συστηματικής συζήτησης. Αν και μια τέτοια συζήτηση έχει αρχίσει να γίνεται στη χώρα μας, υπάρχουν ορισμένα καίρια, νομίζω, στοιχεία που φαίνεται να διαφεύγουν της προσοχής μας.
Κάποιοι κριτικοί έχουν επιχειρήσει να εξηγήσουν το φαινόμενο της μεγάλης εμπορικής επιτυχίας των ροζ βιβλίων συνδέοντάς το με συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις και ομάδες - θεωρώ, αντιθέτως, ότι είναι μία τάση που υπερβαίνει τις κοινωνικές κατηγοριοποιήσεις και τις επαγγελματικές κάστες. Η αντίληψη ότι τα βιβλία αυτά στοχεύουν μόνο σε κοινό χαμηλής κοινωνικοοικονομικής κλίμακας δεν επαληθεύεται από τα δεδομένα της αγοράς, ούτε εξηγεί την σταδιακή αλλά σταθερή επικράτηση αυτών των βιβλίων στις προθήκες πολύ διαφορετικών καταστημάτων, από τα παραδοσιακά κεντρικά βιβλιοπωλεία ως τα πολυκαταστήματα καλλυντικών.
Το ζήτημα θα πρέπει να προσεγγιστεί από μία διαφορετική οπτική. Ίσως οι ρίζες του προβλήματος θα πρέπει να αναζητηθούν στον τρόπο με τον οποίο ορίζουμε την θηλυκότητα και τις ποιότητες που έχουμε αποδεχτεί ότι συνδέονται με αυτήν. Θα πρέπει επίσης να εξετάσουμε την σχέση της ροζ λογοτεχνίας με τα γυναικεία περιοδικά, τα βιβλία αυτο-βοήθειας για γυναίκες, τις ρομαντικές κωμωδίες, τις καθημερινές τηλεοπτικές σειρές και εκπομπές που απευθύνονται στο γυναικείο κοινό, και να αναγνωρίσουμε ότι τα ροζ βιβλία αποτελούν τμήμα μιας ευρύτερης κουλτούρας που θεωρεί ότι η χρήση τέτοιου είδους πολιτισμικών προϊόντων είναι μέρος της θηλυκότητας, όπως αυτή ορίζεται στις Δυτικές κοινωνίες.
Ακούγεται συχνά ότι είναι απαράδεκτο τα βιβλία αυτά να διατίθενται σε καταστήματα καλλυντικών ή σε υπεραγορές προϊόντων. Αντιθέτως, αν συνειδητοποιήσουμε ότι η αναγνωστική εμπειρία ενός κειμένου ροζ λογοτεχνίας δεν είναι κάτι ξεκομμένο από τον υπόλοιπο βίο των αναγνωστριών τους αλλά αποτελεί άρρηκτο κομμάτι ενός τρόπου ζωής, θα δεχτούμε πιστεύω ότι ο "φυσικός χώρος" των τίτλων αυτών είναι πρωτίστως τα πολυκαταστήματα και δευτερευόντως τα παραδοσιακά βιβλιοπωλεία. Αντίθετα, προσεγγίζοντας το φαινόμενο της ροζ λογοτεχνίας εκτός αυτού του πλαισίου, και αντιμετωπίζοντάς το ως κάτι που αφορά απλώς βιβλία ενός ορισμένου γραμματολογικού είδους, θα μας δώσει μια μάλλον αλλοιωμένη εικόνα της αναγνωστικής τους λειτουργίας.
Όσον αφορά στα ίδια τα κείμενα ροζ λογοτεχνίας, αξίζει κανείς να σταθεί για λίγο στη σχέση θεματικής και τεχνικής, στο ποια είναι τα θέματά τους, δηλαδή, και ποιος ο λογοτεχνικός τρόπος που παρουσιάζονται. Έχει συχνά τονιστεί ο συντηρητικός χαρακτήρας αυτών των κειμένων, που στη βασική πλοκή τους αποτελούν παραλλαγές του γνωστού παραμυθιού της Σταχτοπούτας: το πριγκιπόπουλο ερωτεύεται την όμορφη, ενάρετη, μα παρεξηγημένη, αφανή, ή ατυχή κοπέλα, αλλάζοντας τη ζωή της για πάντα. Υπάρχουν όμως τουλάχιστον δύο άλλες θεματικές διαστάσεις που είναι -κατά την άποψή μου- ιδιαίτερα προβληματικές.
Η πρώτη είναι πώς σε αυτά τα αφηγήματα ο κύριος αντίπαλος της ηρωίδας είναι οι άλλες γυναίκες: απέναντι σε αυτές θα πρέπει να αμυνθεί και επί αυτών πρέπει να υπερισχύσει ώστε να κατακτήσει ή να κατακτηθεί από τον άντρα – επιπλέον η περιπόθητη σχέση μαζί του θα αποβεί λυτρωτική αποκλειστικά για την ηρωίδα, ενώ οι συνθήκες ζωής των υπολοίπων γυναικών που λειτουργούν ανταγωνιστικά προς αυτήν, παραμένουν ουσιαστικά αμετάβλητες.
Η δεύτερη προβληματική διάσταση έγκειται στο ότι τα ροζ βιβλία προάγουν στερεότυπα που στηρίζονται και ταυτόχρονα ενισχύουν το χάσμα ανάμεσα στα φύλα, παρουσιάζοντας τις όποιες διαφορές τους σαν κάτι αποκλειστικά "φυσικό" και όχι ως άθροισμα βιολογίας, περιβάλλοντος, κοινωνικών προτύπων συμπεριφοράς, ψυχικών ή πολιτισμικών παραγόντων. Οι άνδρες βρίσκονται πάντα στον αντίποδα, είναι το «άλλο», το διαφορετικό που η ηρωίδα οφείλει να καταλάβει, να ερμηνεύσει και εντέλει να αλλάξει - αν και ουσιαστικά παραμένουν μια ομάδα που ποτέ δεν αποκτά πραγματική υπόσταση στις σελίδες των βιβλίων αυτών, αφού σπάνια εμφανίζονται στα ροζ αναγνώσματα ολοκληρωμένοι κι αληθοφανείς ανδρικοί χαρακτήρες.
Θα περίμενε κανείς ότι μια που στην πλειοψηφία τους τα ροζ βιβλία είναι γραμμένα από γυναίκες και για γυναίκες, θα αντανακλούσαν την πραγματικότητα της γυναικείας εμπειρίας. Αντί για αυτό αναπαράγουν παγιωμένους χαρακτήρες και μια απλοϊκή δομή, με αποτέλεσμα ένα από τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά των ροζ βιβλίων να είναι η προβλεψιμότητα. Στα ροζ αναγνώσματα οι λεπτές συναισθηματικές αποχρώσεις και η διαφορετικότητα αγνοούνται, ο τρόπος με τον οποίο αναλύεται η εμπειρία του γυναικείου σώματος -η σεξουαλική επαφή, η μητρότητα, η φθορά που επιφέρει ο χρόνος-, είναι χονδροειδής και επιφανειακός. Οι ηρωίδες είναι καρικατούρες χωρίς βάθος και προοπτική εξέλιξης ως χαρακτήρες – είναι πραγματικά αξιοσημείωτο ότι οι όποιες αλλαγές στην υπόθεση είναι συνήθως αποτέλεσμα τύχης κι εξωτερικών παραγόντων και όχι ωρίμανσης κι εξέλιξης των ηρωίδων ως λογοτεχνικών προσώπων.
Μια άρρητη αλλά βασική συνθήκη πρόσληψης των βιβλίων ροζ λογοτεχνίας είναι ότι όλες οι γυναίκες σκέφτονται, αισθάνονται και αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο. Ίσως για αυτό η ανάγνωση βιβλίων τέτοιου ύφους και θεματολογίας προσφέρει στις αναγνώστριες αφενός την ψευδαίσθηση ότι ανήκουν σε μία μεγάλη κοινότητα γυναικών με ίδιες ανησυχίες, ασχολίες κι ενδιαφέροντα και αφετέρου μια σύντομη διαφυγή από το περιβάλλον και τα προβλήματά τους, μια προσωρινή ανακούφιση, ιδιαίτερα αναγκαία σε όσους δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν με τρόπο δραστικό την καθημερινότητά τους.
Βλάπτει η ανάγνωση ροζ βιβλίων την λογοτεχνία γενικότερα; Πιστεύω πως ναι, όταν μεταμφιέζεται σε κάτι που δεν είναι, επιδιώκοντας όχι μόνο την αγοραστική επιτυχία αλλά και την κριτική καταξίωση, μέσω εκτενών παρουσιάσεων από λογοτεχνικά ένθετα, ή την συμμετοχή σε λίστες έγκριτων Βραβείων Λογοτεχνίας. Η συναφής εμπειρία από την αγγλόφωνη αγορά βιβλίου (κυρίως της Βρετανίας και της Αυστραλίας) δείχνει ότι η σύσταση διαφορετικών βραβείων που να αφορούν
αποκλειστικά τον χώρο της ροζ λογοτεχνίας είναι ένα εύλογος τρόπος διακριτής εξέτασης και ευρείας προβολής αυτών των τίτλων. Το ζήτημα αυτό είναι βέβαια αρκετά σύνθετο και αξίζει περαιτέρω κουβέντας.
Το σημαντικό είναι η «ροζ λογοτεχνία» να μην συγχέεται στην συνείδηση του αναγνωστικού κοινού με ό,τι στη διεθνή βιβλιογραφία ονομάζεται «γυναικεία λογοτεχνία», η οποία ασχολείται με ζητήματα έμφυλων σχέσεων, σεξουαλικότητας και γυναικείας ταυτότητας, με την ιδιαιτερότητα της γυναικείας εμπειρίας γενικότερα. Ενώ στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, οι φράσεις «γυναικεία γραφή» και «γυναικεία λογοτεχνία» δηλώνουν (από την Virginia Woolf ως τη Nathalie Sarraut) κάτι το πρωτοποριακό κι ανατρεπτικό, στα καθ' ημάς οι όροι έγιναν δυστυχώς συνώνυμοι της πλέον συντηρητικής κι εύπεπτης λογοτεχνίας.
Πηγή: Εύα Στάμου- Book Press